Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ Γ. Οι οικονομικές εξελίξεις κατά τον 20ο αι. 2. Τα πρώτα βήματα του εργατικού κινήματος

Τα πρώτα βήματα του εργατικού κινήματος

View more presentations from Vassiliki Yiannou



ΠΗΓΕΣ


Αντλώντας στοιχεία από τα παραθέματα που ακολουθούν και με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις να προσδιορίσετε τους παράγοντες που συντέλεσαν στην ανάπτυξη του ελληνικού εργατικού κινήματος κατά τον 20ο αι.

ΚΕΙΜΕΝΟ Α
Η Θεσσαλονίκη ήταν η πιο ανεπτυγμένη βιομηχανικά πόλη των οθωμανικών Βαλκανίων και μετά το 1908 ένα ρωμαλέο εργατικό κίνημα εμφανίστηκε εκρηκτικά στο προσκήνιο, με ηγέτες κυρίως Εβραίους και Βούλγαρους διανοούμενους. Τέθηκε επικεφαλής των πολυπληθών εργαζομένων της πόλης και έγινε μέσα σε σύντομο διάστημα τόσο δραστήριο και τόσο μαχητικό, ώστε κατέληξε να αποτελεί την κύρια πολιτική ενασχόληση των νέων κυρίων της πόλης, οι οποίοι -όπως και οι υπόλοιποι ξαφνιασμένοι κάτοικοι- έπρεπε τώρα να εξομοιωθούν με το θέαμα των συνδικαλιστικών πορειών, των καταλήψεων, των λοκάουτ[1] και των παρελάσεων[…] Τα γεγονότα έδειξαν να δικαιώνουν την προσέγγιση του Μπεναρόγια. Ο κύκλος του, από Εβραίους εργάτες κυρίως, αρχικά συναντιόταν πάνω από μια αλβανική ταβέρνα και είχε μέλη τριάντα αγωνιστές. Η επιρροή του, όμως, στην πόλη γρήγορα αυξήθηκε, μετά την ογκώδη εργατική διαδήλωση της Πρωτομαγιάς του 1909. Όταν η οθωμανική κυβέρνηση δήλωσε ότι σχεδίαζε να περιορίσει το δικαίωμα της απεργίας και να πατάξει τη συνδικαλιστική δράση, το κίνημα φούντωσε. Εκείνο το καλοκαίρι η ένωση του Μπεναρόγια οργάνωσε μια «μεγάλη διεθνή εργατική έκθεση» στους κήπους του Μπεχτσινάρ[2] και πούλησε χιλιάδες εισιτήρια, με σκοπό να μαζέψει χρήματα για μια εφημερίδα που κυκλοφόρησε σε τουρκική, ελληνική, βουλγαρική και εβραιοϊσπανική έκδοση στις 15 Αυγούστου[…] Τώρα πια η ομάδα είχε όνομα: Ομοσπονδία (Φεντερασιόν) Εργατικής Αλληλεγγύης.


(Mark MazaowerΘεσσαλονίκη, Πόλη των Φαντασμάτων. Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι και Εβραίοι, 1430-1950, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2006, σελ.343-347)


Αποτέλεσμα εικόνας για Μπεναρόγια
Ο Αβραάμ Μπεναρόγια
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
Αβραάμ Μπεναρόγια υπήρξε μία από τις πιο σημαντικές μορφές του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος. Γεννημένος στο Βιδίνιο της Βουλγαρίας το 1887, βρέθηκε στην πολυεθνική Θεσσαλονίκη το 1908 και υπήρξε πρωτεργάτης στην ίδρυση και καθοδηγητής της πιο μαζικής πολιτικής οργάνωσης στη Μακεδονία, της Φεντερασιόν. Ο Μπεναρόγια διαμορφώθηκε ιδεολογικά από την επαφή του με το βουλγαρικό σοσιαλιστικό κίνημα, αλλά ανέπτυξε τα οργανωτικά και ηγετικά του χαρακτηριστικά μέσα στην πολυπληθή ισραηλιτική κοινότητα της Θεσσαλονίκης. Το ιστορικό πλαίσιο ήταν η επανάσταση των Νεότουρκων και η προσωρινή τους υποστήριξη στο εργατικό κίνημα, το ξέσπασμα ενός πρωτόφαντου απεργιακού κύματος το 1908 σε όλη τη Μακεδονία, αλλά ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη, όπου η πλειονότητα του προλεταριάτου αποτελούνταν από ισραηλίτες εργάτες. Ο Μπεναρόγια ίδρυσε την ίδια χρονιά μια λέσχη με στόχο τη διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών στους ισραηλιτικής εθνότητας εργάτες της Θεσσαλονίκης, τον Σεφαραδίτικο[3] Κύκλο Σοσιαλιστικών Σπουδών. Σε λίγους μήνες η λέσχη συγκέντρωσε εκατοντάδες μέλη και τον Απρίλιο του 1909 μετατράπηκε σε πολιτική οργάνωση (με γραμματέα τον Μπεναρόγια) με το όνομα Εργατικός Σύνδεσμος Θεσσαλονίκης
(Βάσιας Τσοκόπουλος, Εφημερίδα  «Το Βήμα» (31/12/2010)

ΚΕΙΜΕΝΟ Γ
Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις πάντως κατά τη διάρκεια του (Α’ Παγκοσμίου) πολέμου είχαν μεγάλη προσέλευση. Παρά ταύτα οι εργάτες ορισμένων κλάδων παρέμειναν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1920 ανοργάνωτοι. Τα στηρίγματα του συνδικαλιστικού κινήματος ήταν προπάντων οι καπνεργάτες, συνδικαλισμένοι κατά 90% περίπου, και οι εργάτες των συγκοινωνιών. Στο Πρώτο Πανελλήνιο Εργατικό Συνέδριο που συνήλθε στην Αθήνα και τον Πειραιά από την 21η μέχρι την 28η Οκτωβρίου 1918, 200 συνδικαλιστικές οργανώσεις με 60-75.000 μέλη, εκπροσωπούμενες από 252 συνέδρους, ενώθηκαν στη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), η οποία, παρά τις αδυναμίες της, μπορούσε να ασκήσει πίεση υπέρ των συμφερόντων των μελών της.
(HGunnarΤα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936, τομ. Β’, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2006, σελ 977)
Αποτέλεσμα εικόνας για ΓΣΕΕ








Αντλώντας πληροφορίες από το παράθεμα και αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις να σχολιάσετε την κατάσταση του εργατικού κινήματος  στην Ελλάδα στα τέλη του 19ου αι. και να δώσετε τα αίτια της καθυστέρησής του.

        Η ανάπτυξη της βιομηχανίας και της βιοτεχνίας που σκιαγραφείται εδώ δεν επέδρασε στην ιστορία των κομμάτων, όπως θα περίμενε κανείς αρχικά: εργατικές οργανώσεις που ιδρύονταν σε τοπικό επίπεδο δεν έπαιζαν κανένα πραγματικό ρόλο. Ο λόγος δεν πρέπει να αναζητηθεί μόνο (ούτε κυρίως) στο μικρό αριθμό εργατών και στη μικρή τους συμμετοχή στο συνολικό αριθμό των βιοποριστικά εργαζομένων (…), αλλά στο μέγεθος των εργοστασίων: κυριαρχούσαν παντού μικρές επιχειρήσεις. (…) Από τους 19.592 εργάτες του έτους 1861 οι μεγάλες ατμοκίνητες βιομηχανικές μονάδες απασχολούσαν κατά πάσα πιθανότητα μόνο το μικρότερο μέρος, γιατί το 1875 ακόμη εργαζόταν μόνο 7.342 άτομα σε εργοστάσια αυτού του είδους.
     Σε όλα αυτά τα χρόνια δε δημιουργήθηκαν πουθενά – αυτό με λίγες εξαιρέσεις ισχύει για όλο το δεύτερο ήμισυ του 19ου αι.- κέντρα βιομηχανικής συγκέντρωσης με μεγάλες μονάδες και εκτεταμένες εργατικές συνοικίες στις πόλεις, πουθενά δε σημειωνόταν κοινωνική εξαθλίωση στην έκταση που γνωρίζουμε από την ιστορία του προλεταριάτου άλλων χωρών.
    Και τις επόμενες δεκαετίες δεν ήταν εύκολο να βρεθούν εργατικά χέρια, έτσι ώστε χρειάστηκε να προσληφθούν αλλοδαποί. Προφανώς, δεν υπήρχαν εκείνη την περίοδο στα χωριά μάζες ακτημόνων που επιδίωκαν να εργαστούν σε αστικά επαγγέλματα. Κατά το τέλος του 19ου αι. τον αλματωδώς αυξανόμενο αγροτικό πληθυσμό προσέλκυσαν ευκαιρίες που δίνονταν πέρα από τον Ατλαντικό, ώστε η μετανάστευση στις πόλεις και η πίεση για βιοποριστική εργασία παρέμειναν περιορισμένες. Με άλλα λόγια, ούτε στις πόλεις συγκεντρώθηκε προλεταριάτο ως κοινωνική βάση ενός ταξικού κόμματος ούτε στην ύπαιθρο μπόρεσε να αναπτυχθεί αγροτικό κίνημα όπως σε άλλες Βαλκανικές χώρες.
         GunarΤα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936, τόμος Α΄, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2006, σελ. 329-330.